Οι νέοι και νέες δυσκολεύονται ολοένα και περισσότερο να ανταποκριθούν στο αυξημένο στεγαστικό κόστος και αναγκάζονται να διαβιούν σε δύσκολες στεγαστικές συνθήκες ή να παραμένουν εξαρτημένοι/ες από τη γονεϊκή εστία.
Οι νέοι και οι νέες είναι η κοινωνική ομάδα που πλήττεται ιδιαίτερα από τις αυξήσεις των τιμών ενοικίων και κατοικίας των τελευταίων χρόνων.
Επιπλέον, η μικρή διαθεσιμότητα κατοικιών προς ενοικίαση και η κακή κατάσταση των διαθέσιμων κατοικιών καθιστούν την πρόσβαση σε αυτόνομη στέγη ακόμη πιο δύσκολη και αναγκάζουν ειδικά τους νέους/ες να αποδέχονται τη διαβίωση σε κακές στεγαστικές συνθήκες.
Η ηλικία χειραφέτησης από την οικογένεια παρατείνεται, καθώς οι νέοι/ες παραμένουν για μεγαλύτερο διάστημα στη γονεϊκή εστία, συχνά αναγκάζονται να επιστρέψουν σε αυτήν (boomerang kids), ενώ εξαρτώνται από γονεϊκές μεταβιβάσεις σε είδος και χρήμα για τη στέγασή τους.
Έχουν λιγότερες δυνατότητες πρόσβασης σε ιδιόκτητη κατοικία και μεγαλύτερη εξάρτηση από την ενοικιαζόμενη κατοικία (generation rent), καταφεύγοντας συχνά στην – όχι τόσο διαδεδομένη στην Ελλάδα – επιλογή της συγκατοίκησης για να καλύψουν τα κόστη.
Βαρύνονται περισσότερο από τις στεγαστικές δαπάνες, καθώς βρίσκονται στη χειρότερη θέση της αγοράς εργασίας, λαμβάνοντας κατά κανόνα χαμηλότερους μισθούς, σε πιο επισφαλείς και ελαστικές θέσεις εργασίας, με μεγάλα ποσοστά μερικής/περιστασιακής και ευέλικτης απασχόλησης, ενώ έχουν να αντιμετωπίσουν από τα μεγαλύτερα ποσοστά ανεργίας στην Ευρώπη.
Επιπλέον, τα υφιστάμενα μέτρα κοινωνικής προστασίας για την υποστήριξη των νέων στα πρώτα βήματα της στεγαστικής αυτονόμησής τους είναι ελάχιστα και ανεπαρκή.
Μια πρόσφατη έκθεση της FEANTSA επισημαίνει ότι αυξάνεται ο αριθμός των νέων σε κίνδυνο στεγαστικού αποκλεισμού, καθώς η δραματική αποσύνδεση μεταξύ των στεγαστικών δαπανών και των εισοδημάτων έχει δυσανάλογες επιπτώσεις στις συνθήκες διαβίωσης των νέων.
Παρά τον σημαντικό ρόλο της διαγενεακής αλληλεγγύης, που εξακολουθεί να αποτελεί τον βασικό πυλώνα κοινωνικής προστασίας των νέων στην Ελλάδα, οι περιορισμένες δυνατότητες αυτονόμησης της νέας γενιάς ενισχύουν την εξάρτηση και τον εγκλωβισμό των νέων.
Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat για το 2020, οι νέοι/ες στην Ελλάδα φεύγουν από τη γονεϊκή εστία κατά μέσο όρο στα 29,6 έτη, ενώ η αντίστοιχη ηλικία το 2010 ήταν 28,3.
Η ηλικία αποχώρησης είναι 28,4 για τις γυναίκες και 30,7 για τους άνδρες. Ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι 26,4.
Παράλληλα, την περίοδο της κρίσης, υπήρξε μια σημαντική αύξηση του ποσοστού των νέων ηλικίας 25-34 που ζουν με τους γονείς τους: από το 50,6% το 2010 στο 62,2% το 2020.1
Το 34,3% των νέων μεταξύ 25-29 επιβαρύνεται υπερβολικά από το στεγαστικό κόστος, ενώ ο μέσος όρος στη ΕΕ ήταν 13,3% για το 2020. Στην Ελλάδα, το 42,5% κατοικεί σε στεγαστική στενότητα, ακολουθώντας τη Ρουμανία 58,7%, τη Βουλγαρία 56,4%, τη Λετονία 51,1%, την Κροατία 48,2%, την Πολωνία 47,3%. Ο μέσος όρος στην ΕΕ κυμαινόταν στο 22,5% κατά το έτος 2019.
Η αυξανόμενη δυσκολία πρόσβασης των νέων σε ιδιοκατοίκηση αποτυπώνεται και στα στοιχεία της έρευνας εισοδημάτων και συνθηκών διαβίωσης της ΕΛΣΤΑΤ, καθώς το ποσοστό νέων ιδιοκάτοικων μειώθηκε σημαντικά μεταξύ 2005-2017.2
Ειδικά στην περίπτωση του προσφυγικού και του μεταναστευτικού πληθυσμού, ένα πολύ μεγάλο ποσοστό ασυνόδευτων ανηλίκων που διαμένουν στη χώρα μας διαβιούν σε επισφαλείς συνθήκες στέγασης. Η ενηλικίωσή τους συνοδεύεται από άγχος καθώς οι νέοι πρόσφυγες αντιμετωπίζουν ακόμα μεγαλύτερη δυσκολία στην εύρεση εργασίας και άρα ως προς την πρόσβαση σε σταθερό εισόδημα που θα κάλυπτε το στεγαστικό κόστος.
Αντίστοιχα, νέοι σε ηλικία – δεύτερης γενιάς – μετανάστες/ριες συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν εκτεταμένο στιγματισμό, ανισότητες, ξενοφοβία και ρατσισμό.
Στο πλαίσιο του οικογενειοκρατικού νοτιο-ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου, οι νέοι και οι νέες στην Ελλάδα εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από την οικογένεια για την κάλυψη των στεγαστικών τους αναγκών.
Παραμένουν για μεγαλύτερο διάστημα στη γονεϊκή εστία ή με συγγενείς, ή λαμβάνοντας οικονομική στήριξη για να μπορούν να καλύψουν το κόστος μιας αυτόνομης κατοικίας, ενώ οι διαγενεακές μεταβιβάσεις παίζουν καθοριστικό ρόλο και για την απόκτηση πρώτης κατοικίας (μέσω γονικής δωρεάς ή παροχής, μεταβίβασης ή κληρονομιάς).
Στην Ελλάδα, όπως και στην Ευρώπη, παρατηρείται όλο και περισσότερο μια τάση πόλωσης μεταξύ όσων βρίσκονται εντός του συστήματος κοινωνικής προστασίας, έχουν ιδιόκτητη κατοικία και υποστηρικτικό οικογενειακό περιβάλλον απο τη μια πλευρά και όσων είναι εκτός από την άλλη (insiders-outsiders dynamic).
Οι μηχανισμοί παραγωγής του στεγαστικού αποθέματος που περνούσε από γενιά σε γενιά στην Ελλάδα, αν και μέχρι πρόσφατα συντηρούσαν την κοινωνική κινητικότητα και ανέλιξη και εξασφάλιζαν σε ένα βαθμό την κοινωνική συνοχή, πλεον δεν μπορούν να λειτουργήσουν.
Καθώς οι δυνατότητες των νοικοκυριών για στήριξη των νεότερων μελών τους περιορίζονται 3 και η δυνατότητα πρόσβασης σε ιδιόκτητη κατοικία μέσω του δανεισμού γίνεται όλο και πιο δύσκολη, οι νέοι και οι νέες εξαρτώνται όλο και περισσότερο από την ενοικιαζόμενη κατοικία.
Όλα τα παραπάνω έχουν άμεση συσχέτιση με τη σταδιακή απορρύθμιση της αγοράς εργασίας και την υποτίμηση του εργατικού κόστους που επηρεάζει ιδιαίτερα τους νέους και τις νέες.
Η Ελλάδα έχει το μεγαλύτερο ποσοστό ανεργίας των νέων ηλικίας 25-29 ετών στην ΕΕ. Το ποσοστό ήταν 27,2% το 2020, όταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος ήταν 10,3%, αρκετά μειωμένο από το 43,3% που είχε φτάσει το 2013 την περίοδο της κρίσης, όμως αυξημένο σε σχέση με το 25,8% το 2019 πριν από την πανδημία.
Το εισόδημα των νέων μειώθηκε κατά 40% την περίοδο της κρίσης, περισσότερο από κάθε άλλη ηλικιακή ομάδα εργαζομένων.4 Οι νέοι εργαζόμενοι/ες αμείβονται κατά κανόνα με το χαμηλότερο επίπεδο μισθών αδυνατώντας να καλύψουν τις βασικές τους ανάγκες.
Οι νέοι/ες εκτίθενται περισσότερο στις επισφαλείς συνθήκες εργασίας που έχουν επικρατήσει και κανονικοποιηθεί από την ελαστικοποίηση του θεσμικού πλαισίου. Σύμφωνα με έρευνα έχει αυξηθεί δραματικά η υποαπασχόληση, η μερική/προσωρινή και άλλες ευέλικτες μορφές εργασίας 5, αυξάνοντας την περιθωριοποίηση και την κοινωνική ευπάθεια των νέων.
Επιπλέον, όπως αποτυπώθηκε και σε πρόσφατη μελέτη του Eurofound για τις επιπτώσεις της πανδημίας COVID-19 στους νέους/ες της ΕΕ, η Ελλάδα έρχεται πρώτη στο ποσοστό των νέων (15-29 ετών) που έμειναν άνεργοι/ες κατά τη διάρκεια της πανδημίας, φτάνοντας το 30% και σε μεγάλη απόσταση από τις υπόλοιπες χώρες. Η Ισπανία έρχεται δεύτερη με ποσοστό 12,1%. Παρά τις κατά καιρούς αναφορές στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι νέοι/ες και την ανάγκη πολιτικών για τη συγκράτηση και τον επαναπατρισμό των επιστημόνων, δεν έχουν υιοθετηθεί ουσιαστικά μέτρα.
Η ΕΕ, κατά τα προηγούμενα χρόνια, έδωσε κατευθύνσεις και οδηγίες για την ανάπτυξη πολιτικών για τους νέους και τις νέες σε διάφορους τομείς, χωρίς ιδιαίτερη έμφαση στο ζήτημα της στέγης. Παρόλα αυτά, η αύξηση των νέων σε στεγαστική επισφάλεια ή/και χωρίς στέγη αποτελεί εξέλιξη που απασχολεί όλο και περισσότερο τις οργανώσεις που καταπιάνονται με το ζήτημα της κατοικίας στην Ευρώπη.
Εκτός από την έκθεση της FEANTSA που κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για τη νεανική αστεγία το 2021, η Housing Europe δημοσίευσε το 2018 τη μελέτη“Housing the EU Youth”, ενώ αναλυτικές προτάσεις πολιτικής για τη στέγαση των νέων 6 έχουν διατυπωθεί στο Ηνωμένο Βασίλειο από το Joseph Rowntree Foundation και τους Rugg – Quilgars το 2015.
Επίσης, το ζήτημα έχει βρεθεί συχνά στο επίκεντρο του δημόσιου διαλόγου στην Ισπανία, με πιο πρόσφατη εξέλιξη την ψήφιση του επιδόματος ενοικίου για νέους έως 35 ετών. 7
Στην Ελλάδα, στο επίκεντρο της δημόσιας παρέμβασης – και επένδυσης – υπήρξε διαχρονικά η υποστήριξη για αγορά πρώτης κατοικίας – με απαλλαγή του φόρου μεταβίβασης ακινήτου – και η χαμηλή φορολόγηση των γονεϊκών παροχών και δωρεών για απόκτηση πρώτης κατοικίας.
Μετά το 2019, αρκετοί νέοι και νέες με μηδενικό ή πολύ χαμηλό εισόδημα ωφελούνται από το επίδομα ενοικίου 8, ενώ τέλος παρέχεται και το φοιτητικό στεγαστικό επίδομα 9 για την περίοδο των σπουδών.
Παράλληλα, έχει αρχίσει να αναπτύσσεται και στην Ελλάδα -κερδοσκοπική- επιχειρηματική δραστηριότητα στη φοιτητική και νεανική στέγη: ΣΔΙΤ για φοιτητικές εστίες, ενοικιαζόμενα διαμερίσματα, coliving 10 κ.ά. Πρόκειται για έναν πολύ αναπτυσσόμενο τομέα σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Η στήριξη των νέων έχει βρεθεί στο επίκεντρο πρόσφατων εξαγγελιών της κυβέρνησης όσον αφορά τα νέα ζευγάρια 11αλλά και της αντιπολίτευσης κυρίως σε ό,τι αφορά την επιδότηση ενοικίου για νέους. Παρόλα αυτά, δεν έχει τεθεί στο τραπέζι η ανάγκη για μια μακροπρόθεσμη στρατηγική για τη στέγαση των νέων και, ευρύτερα, για τη στήριξη της χειραφέτησης και αυτονόμησής τους.
Αποτελεί ζητούμενο, λοιπόν, η ανάπτυξη ενός ολοκληρωμένου πλαισίου υποστήριξης των νέων κατά τα πρώτα τους βήματα στην αγορά εργασίας και την πορεία τους για αυτόνομη στέγαση. Μέρος του πλαισίου αυτού θα πρέπει να αποτελεί και η προώθηση συλλογικών και συνεργατικών μη-κερδοσκοπικών μοντέλων κατοικίας. Τέτοιου είδους μοντέλα δεν αφορούν προφανώς μόνο νέους και νέες, αλλά οι νέοι αποτελούν σίγουρα μια κοινωνική ομάδα που είναι πιο ανοιχτή σε εναλλακτικά σχήματα και πειραματισμούς με νέους τρόπους διαβίωσης.